Πάλι βάρεσες κόκκινο αστείρευτη πηγή της μοναξιάς μου,
σαν ταράχτηκες ξάφνου από την χωρίς πρόσωπα πολυκοσμία.
Και γώ που πήγα μια στιγμή να πνίξω τη μορφή σου μέσα στο σκοτάδι.
Και γώ που βρήκα την πύλη εξόδου να ξεφύγω από σένα.
Και βρέθηκα πάλι καθηλωμένη στη στέγη άγνωστου σπιτιού
να μαδάω μια τσουκνίδα.
Να επιδιώκω τον επιδερμικό πόνο που μπορούσε να μου προσφέρει,
για να μη νιώσω τον πόνο που μου προκαλείς εσύ.
Και δεν απαντούσα
-ούτε με νεύμα αποδοκιμασίας-
στους περαστικούς που με ρωτούσαν γιατί είναι σαλεμένη η μορφή μου.
Τρύπαγα ασταμάτητα τα δάχτυλά μου
για να βρω αν υπάρχει κάτι εκεί μέσα.
Πίσω από αυτή τη σαρκική πορσελάνη!
Σας παρακάλεσα ύστερα να μου πετάξετε πέτρες και να σπάσετε τη βιτρίνα.
Αλλά εσείς συνεχίσατε να με κοιτάτε.
Μοναξιά!
Μοναξιά!
Μοναξιά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου